« Αθανάσιον επαίνων,  αρετήν επαινέσομαι. Ταυτόν γαρ εκείνο τε ειπείν και επαινέσαι». 

(Επαινώντας τον Αθανάσιον θα επαινέσω την αρετήν. Γιατί Αθανάσιος και αρετή είναι το ίδιο πράγμα. Όταν αναφέρομαι εις αυτόν επαινώ την αρετήν).

 (Γρηγ. του Θεολόγου Λόγος Κ.Α.’ Β.Ε.Π.Ε.Σ., τόμος 59, σελ. 148). 

Βίος Αγ. Αθανασίου του Μεγάλου, Πατριάρχου Αλεξανδρείας

agios2

Ημερ. Εορτής:  18 Ιανουαρίου και 2 Μαϊου (ανακομιδή των αγίων λειψάνων).

Ημερ. Γένν.: 295 μ.Χ. 

Ημερ. Κοιμήσεως:  373 μ.Χ.

Ο Άγιος Αθανάσιος που επονομάστηκε και Μέγας γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου τον 3ον μ.χ αιώνα. Τους γονείς του Μ. Αθανασίου ακριβώς δεν τους γνωρίζουμε. Μα φαίνεται ότι ήσαν ευσεβείς άνθρωποι, γιατί την ευσέβεια διδάξανε στο παιδί τους. Από μικρό παιδί, τον ποτίσανε με τα νάματα τής χριστιανικής θρησκείας, από μικρό τον θρέψανε με το μάννα τής θεϊκής τροφής. Και τούτο το καταλαβαίνουμε, γιατί βρίσκουμε τον Αθανάσιο από μικρό παιδί να ζει με τον Θεό, με τα του Θεού.  Δεν έπαιζε άλλα παιχνίδια, τα παιχνίδια του ήταν θρησκευτικά. Παίζανε με τα άλλα συνομήλικα παιδιά του, αναπαράσταση τής Θ. Λειτουργίας και των άλλων μυστηρίων της Εκκλησίας μας και εκείνος τους βάπτιζε στο όνομα του Χριστού. 

Για την μόρφωση που πήρε ο άγιος δεν γνωρίζουμε και πάλι πολλά πράγματα. Τότε στην Αλεξάνδρεια υπήρχαν φημισμένες σχολές ανωτέρας μορφώσεως και ξακουστοί διδάσκαλοι. Ο Αθανάσιος, σίγουρα, θα παρακολούθησε τέτοιες σχολές, θα πήρε τέτοια μαθήματα, όχι όμως πολλά. Δεν ενέσκυψε στη βαθιά φιλολογία, φιλοσοφία, νομική κτλ. σαν τον Άγιο Βασίλειο ή τον Γρηγόριο τον Θεολόγο. Ο Θεός όμως τον φώτισε και σπούδασε, μελέτησε όλα εκείνα που του ήταν ύστερα απαραίτητα και αναγκαία για το μεγάλο του έργο. Για την υποστήριξη και σταθεροποίηση της Ορθοδοξίας. Λέγει ο άγιος Γρηγόριος στο εγκώμιο του,  ότι «ολίγα των εγκυκλίων εφιλοσόφησεν του μη δοκείν πάντα πάσι των τοιούτων των απείρως έχειν» (Φιλοσόφησε λίγο από τα εγκυκλοπαιδικά και τούτο για να μη φαίνεται σ’ αυτά ότι δεν έχει καμμίαν πείραν, καμμίαν γνώσιν) (ΡG 35 1088 Β).

Εκεί πού ενέσκυψε πιό πλατιά και πιό βαθιά ήταν στην Αγ. Γραφή, την Π. και Κ. Διαθήκη. Αυτήν την έμαθε απ’ έξω. Και για τούτο συνδιάζοντας την των δύο ειδών μόρφωσιν διέπρεψε στην όλη ενάρετον ζωήν του, όπως επίσης και στους αγώνες του, υπέρ της Ορθοδόξου πίστεως. Την θεολογική του γνώση την απέκτησε αργότερα από την Θεολογική Κατηχητική σχολή της Αλεξανδρείας. Εκείνη την εποχή γνωρίστηκε και με τον Άγιο Αντώνιο του οποίου τον βίο και τα θαύματα συνέγραψε αργότερα.

Συνδέθηκε με μεγάλους ασκητές της ερήμου. Και από αυτούς πήρε ιδιαίτερα μαθήματα. Μαθήματα αγωνιστικότητας, μαθήματα νηστείας, αγρυπνίας, προσευχής, μαθήματα αρετής και αγιότητας. Και για τούτο αργότερα δεν υστέρησε καθόλου από αυτούς. Αντίθετα και πολλούς τους ξεπέρασε. Και για τούτο υπήρξε Μέγας. 

 Η ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΤΟΥ

Πατριάρχης, βλέποντας όλα αυτά τα προσόντα και τα χαρίσματα, μα και τις αρετές του Αθανασίου, τον έκρινε άξιο για κληρικό. Και το έτος 312 τον χειροτόνησε αναγνώστη και τον προσέλαβε για γραμματέα του. Ύστερα από επτά χρόνια τον χειροτόνησε διάκονό του.

Και ενώ ήτανε διάκονος ο Αθανάσιος είχε καταστεί σύμβουλος του Πατριάρχου Αλεξάνδρου. Ο Πατριάρχης τον πήρε μαζί του στη Νίκαια και έλαβε μέρος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε το 325 μ.Χ. Εδώ ο Αθανάσιος θριάμβευσε, ανεδείχθει ανώτερος όχι μονάχα του πατριάρχου του, μα και όλων των άλλων που λάβανε μέρος στην μεγάλη αυτήν Σύνοδο.

Ο Αθανάσιος τούτα τα χρόνια εξέδωσε και τα πρώτα συγγράματά του, «Λόγος κατά Ελλήνων» και «Περί ενανθρωπήσεως του Λόγου». Με το πρώτο έδωσε απάντηση στους ειδωλολάτρες που υποστήριζαν την πολυθεΐαν. Τους απέδειξε με τούτη τη μελέτη του, ότι ένας είναι ο Θεός.

 Εκεί , στη  Νίκαια, αναδείχθηκε πρωτεργάτης στην καταδίκη της διδασκαλίας του Αρείου που χαρακτηρίστηκε αιρετική. Ψηφίστηκαν τότε και τα επτά άρθρα του συμβόλου τής πίστεως. Ακόμη, δογμάτισε η Σύνοδος ότι, ο Χριστός είναι Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού, ομοούσιος με τον Πατέρα. Στη Σύνοδο ανεδείχθη, θριάμβευσε ο τότε διάκονος Αθανάσιος. Αυτός με τις σκέψεις του, με τα δυνατά του λόγια, με τα ακαταμάχητα επιχειρήματα του κατατρόπωσε τον Άρειο και τους οπαδούς του. Έκανε τους ορθόδοξους να κατανοήσουν καλύτερα και πιο ξεκάθαρα τις αλήθειες τής πίστεως μας και να αποφανθούν ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ήταν όχι μονάχα άνθρωπος, αλλά και Θεός μαζί. Θεάνθρωπος. 

 Το 328 μ.Χ, πεθαίνει ο πνευματικός του Πατέρας και επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλεξάνδρος, όπου με ομόφωνη απόφαση και των κληρικών και του λαού, χειροτονήθηκε επίσκοπος σε ηλικία 33 ετών.

ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ ΜΕ ΑΓΑΠΗ ΠΕΡΙΣΣΗ, ΜΕ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΑΦΘΑΣΤΗ

Τώρα γίνεται πιο αυστηρός στη πνευματική ζωή του, στα όσα αφορούν τον ίδιον. Τώρα γίνεται περισσότερο χειροπιαστή η αγάπη του για το ποίμνιό του και πιο πυρακτωμένη για τον Θεόν. Όλους τους αγκαλιάζει, όλους τους εξυπηρετεί. Και όλοι μαζί προχωρούνε στην κατά Χριστόν ζωή, στα χριστιανικά βιώματα. Αγωνίζεται, ακόμη πιο πολύ τώρα, για την Ορθοδοξία. Και γίνεται για όλους θυσία, ολοκαύτωμα για το Θεό και για τα πνευματικά παιδιά του. Είναι ο βοηθός, ο υπερασπιστής, ο προστάτης και ο καθοδηγητής.

Ανέπτυξε έντονα αντιαιρετική δράση, με στόχο την διάδοση του «ορθού» δόγματος της ομοουσιότητας του Πατρός και του Υιού.
Ο Μέγας Αθανάσιος επονομάστηκε και “στύλος της ορθοδοξίας” και ήταν επίσκοπος 46 χρόνια. Τα 17 από αυτά τα πέρασε στην εξορία.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΑΣΑΝΑ ΤΟΥ – ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Μα είναι και ο σατανάς, ο φθονερός κακούργος, που τώρα με την ήττα του αγρίεψε ακόμη πιο πολύ. Βρυχάται πιο δυνατά και απαίσια, επιτίθεται με μεγαλύτερο πάθος και ορμή κατά του Αθανασίου που είναι ο πρωταίτιος της ήττας και της καταισχύνης του. Που επικράτησε η Ορθοδοξία και όχι ο Άρειος.

Και αρχίζουν οι συκοφαντίες για τον Αθανάσιο. Τον κατηγόρησαν ότι «ανάξια και παράνομα», κατέλαβε το θρόνο του Πατριάρχη, ότι δήθεν φορολογεί τους κληρικούς, ότι είναι εχθρός του βασιλέως, ότι είναι φιλοχρήματος και ά­δικος. (Αρχιμ. Χαρ. Βασιλόπουλου, Βίοι Αγίων, ο Μέγας Αθα­νάσιος, Αθήναι 1988, σελ. 22).

ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ – ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΕΣ

Κάποιος αυτοχειροτονημένος ψευδοϊερέας που ονομαζόταν Ισχύρας,  και διέδωσε την συκοφαντία, κοντά στα άλλα, ότι ο Μακάριος, ο φίλος του Αθανασίου του άρπαξε την Θ. Κοινωνία, από το χέρι, την έρριψε κάτω στο πάτωμα και την ποδοπάτησε. Αυτές οι συκοφαντίες φθάσανε και στον Ευσέβειο. Και ο Ευσέβειος τις μετέφερε στον Αυτοκράτορα. Και ζήτησε μάλιστα την απομάκρυνση του Πατριάρχη από τον θρόνο του. Πήγε λοιπόν ο Ισχύρας στη Νικομήδεια. Ο Αθανάσιος όμως έστειλε ένα δικό του ιερέα, τον Μακάριο, να πάει εκεί και να διαπίστωση αν χειροτονήθηκε πραγματικά ο Ισχύρας. Ο Μακάριος διεπίστωσε ότι, καθόλου δεν ήταν χειροτονημένος ο Ισχύρας.

Ο Αυτοκράτορας, μία μέρα τυχαία, συνάντησε τον Πατριάρχη που και αυτός είχε έλθει εδώ για να πάρει μέρος σε μια σύνοδο και να ακούσει και τις συκοφαντίες πού εκτοξεύοντο εναντίον του. Ο Πατριάρχης είπε στον Αυτοκράτορα, ότι όλες οι κατηγορίες είναι ψεύτικες και του εξήγησε και ποιος ήταν ο Ισχύρας. Ο Αυτοκράτορας κατάλαβε και έστειλε πίσω τον Αθανάσιο στην Αλεξάνδρεια με συνοδευτική επιστολή του.

Στη σύνοδο πού έγινε ο Μακάριος μεταφέρθηκε σιδηροδέσμιος. Μα όμως ξεσκέπασε τον ψευδοϊερέα. Κανένας δεν απάντησε στο ερώτημα του Μακαρίου, ποιος χειροτόνησε τον Ισχύρα. Ο Μακάριος αθωώθηκε και ελευθερώθηκε.

Νέα συκοφαντία χαλκεύεται κατά του Αθανασίου. Λέγουν τώρα οι συκοφαντίες και διαδίδουν, ότι ο Άγιος έκοψε το χέρι κάποιου Αρσενίου και με αυτό έκαμνε μάγια. Ο Αρσένιος ήταν ένας αναγνώστης, πού θέλησε να ανέβει στα εκκλησιαστικά αξιώματα. Προηγούμενα όμως διέπραξε μια αισχρότητα και εξαφανίστηκε. Ήταν φυγόδικος. Οι του Αρείου νομίζοντες ότι δεν θα ξαναεμφανισθεί ο Αρσένιος εκμεταλλεύτηκαν την περίπτωση. Λοιπόν, κατηγόρησαν τον πατριάρχη Αθανάσιο και ζητούσαν και την καταδίκη του. Στο τέλος έφτιαξαν και μια θήκη και έβαλαν μέσα ένα χέρι και το παρουσίαζαν για να αποδείξουν την κατηγορία τους.

Έγινε πάλι σύγχυση. Η συκοφαντία έφθασε και στον Αυτοκράτορα. Και ο Αυτοκράτορας ανάθεσε στον αδελφό του Κήνσορα Δαλμάτιο να εξιχνιάσει την υπόθεση. Εν τω μεταξύ συγκαλείται Σύνοδος στην Τύρο για να καταδικάσει τον Άγιο.

Ο Αθανάσιος έρχεται στην Τύρο. Και να εδώ τώρα είναι και ο Αρσένιος. Και ο Θεός βοηθός. Τα έμαθε ο Αρσένιος και δεν ήθελε να καταδικαστεί ένας αθώος. Για τούτο πηγαίνει στον Άγιο, το βράδυ, και του λέγει: «Το ξέρω πώς είμαι αμαρτωλός. Μα δεν θέλω να καταδικαστείς εσύ ο αθώος». Και ο Άγιος του είπε: «Μη φανερωθείς σε κανέναν. Μη μιλήσεις τίποτε. Να έλθεις αύριο, έξω από τη Σύνοδο, και όταν θα σου φωνάξω να μπεις μέσα». Έτσι και έγινε. Την άλλη μέρα άρχισαν οι κατήγοροι να μιλούν στή Σύνοδο και να δείχνουν κιόλας το κομμένο χέρι του Αρσενίου. Ύστερα πήρε το λόγο ο Αθανάσιος. Τους ρώτησε: «Είστε βέβαιοι ότι έκοψα το χέρι του Αρσενίου;» «Βεβαιότατοι» απαντούν εκείνοι. «Γνωρίζετε τον ίδιον;» τους ρωτά. «Ναι -του λένε με μία φωνή- τον γνωρίζουμε καλά». «Και το χέρι στη θήκη είναι σίγουρα του Αρσενίου;» «Ναι, βεβαιότατα» του απαντούν.

Τότε ο Πατριάρχης κάλεσε μέσα τον Αρσένιο. Αυτός ήλθε. Και ρωτά ο Άγιος: «Αυτός είναι ο Αρσένιος;» «Ναι» του λέγουν. Και λέγει ο Πατριάρχης στον Αρσένιο: «Πόσα χέρια έχεις;» «Δύο» απαντά εκείνος. «Για δείξε μας τα» του λέγει ο Άγιος. Και αυτός τα δείχνει. Και ρωτάει ο αρχιερέας του Θεού: «Δύο χέρια έχει ο Αρσένιος, όχι τρία. Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο με δύο χέρια. Πως εσείς θέλετε τον Αρσένιο με τρία χέρια;» Και καταντροπιάστηκαν όλοι οι εχθροί του Αγίου. .

Μα παρά την ήττα του και πάλι, δεν κάθεται ήσυχος ο Σατανάς. Εφευρίσκει νέες συκοφαντίες. Άνθρωποί του αιρετικοί κατηγορούν τώρα τον Άγιο ότι διέφθειρε μια γυναίκα. Βρήκαν και πλήρωσαν μια κολασμένη και την έφεραν στη Σύνοδο για να μαρτυρήσει κατά του Πατριάρχη. Κρατά και το μωρό στο χέρι. Μα υπάρχει Θεός. Ο Άγιος Αθανάσιος έρχεται στη Σύνοδο και με κάποιο γνωστό του ιερέα που ήταν και φίλος του. Λεγόταν Τιμόθεος ο ιερέας αυτός. Είχε παρουσιαστικό ιεράρχη.  Λοιπόν μπήκε μέσα πρώτος ο Τιμόθεος και εκείνη τη στιγμή φωτισμένος απ’ το Θεό ρώτησε τη γυναίκα: «Εγώ αμάρτησα μαζί σου;» Και αυτή απάντησε: «Ναι, εσύ είσαι που με κατέστρεψες». Και απευθυνόμενη προς τους άλλους φώναζε ακόμα πιο δυνατά. Τούτος, άγιοι αρχιερείς είναι ο βρωμερός Αθανάσιος, που διέπραξε μαζί μου την αμαρτία. Δεν είναι άξιος να είναι αρχιερέας.

Ο Θεός και πάλι νίκησε. Προστάτεψε το δικό του, τον εκλεκτό του, το παιδί του, τον Αθανάσιο. Ο Θεός και πάλι ντρόπιασε τους αιρετικούς.  

Νέα λοιπόν κατηγορία κατά του Αθανασίου. Ότι σχεδίαζε να εμποδίσει την αποστολή σιταριού από την Αλεξάνδρεια στην Κωνσταντινούπολη. Ο αυτοκράτορας πείσθηκε από τον ραδιούργο Ευσέβειο Νικομήδειας και εξώρισε τον Άγιο στην Γαλλία το 336. Μετά από τον θάνατο του Μ. Κωνσταντίνου, την 21η Μαΐου 337, επανήλθε ο άγιος στην έδρα του. Η επάνοδός του ήταν θριαμβευτική. Κλήρος και λαός τον υποδέχθηκαν με παραλληρήματα ενθουσιασμού και αγάπης.

ΝΕΕΣ ΡΑΔΙΟΥΡΓΙΕΣ

Λίγος καιρός όμως πέρασε και να, νέες ραδιουργίες από τους εχθρούς τού Πατριάρχη. Οι περί τον Ευσέβειο τον κατηγορούν ότι παίρνει χρήματα από το κρατικό συρτάρι. Αντί να το διανέμει δωρεάν, το πουλάει, στη Λιβύη και στην Αίγυπτο. Ότι γίνεται αιτία πολλών συμπλοκών και φόνων και εξορίας κληρικών.

Ο αυτοκράτορας τώρα Κωνσταντίνος, δυστυχώς πιστεύει και εξορίζει τον Άγιο. Ακόμα συγκροτεί σύνοδο, με συγκατάθεση του Κώνσταντος, στην Αντιόχεια και καταδικάζει τον Άγιο. Στο θρόνο του βάζουνε τον ημιαρειανό Ευσέβιο Εμισηνό. Αυτός όμως δεν αποδέχεται και εκλέγεται άλλος. Ο Καπαδόκης Γρηγόριος. Όταν όμως αυτός έφτασε στην Αλεξάνδρεια, ο λαός τον περιφρόνησε. Αυτός οργίζεται και διατάζει να μαστιγωθούν νεαρές παρθένες και ευσεβείς άνθρωποι.

Ο έπαρχος Φιλάγριος παρακινεί τους ειδωλολάτρες και τους Ιουδαίους κατά των Χριστιανών. Και αυτοί καταδικάζουν και φονεύουν τους Χριστιανούς. Πάσχα του 340 και οι Χριστιανοί το γιορτάζουν με αιματηρές σκηνές. Εξωρίζεται και πάλι ο Πατριάρχης. Και μεταβαίνει στη Ρώμη. Επίσκοπος εδώ ήταν τότε ο Ιούλιος. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι τότε η Εκκλησία της Ρώμης ήταν ενωμένη με την όλη άλλη Εκκλησία. Δεν υπήρχε ακόμα το σχίσμα. Είχε η Ρώμη τιμητικό προβάδισμα γιατί ήταν η πρωτεύουσα του Ρωμαϊκού κράτους. Ύστερα, τότε δεν υπήρχε το πρωτείο, το αλάθητο, το Φιλιόκβε και οι άλλες αξιώσεις του πάπα. Οι πάπες ήταν όπως όλοι οι άλλοι ορθόδοξοι ιεράρχες.

Δέχθηκαν λοιπόν τον Αθανάσιο μα φιλοφρονήσεις ουκ ολίγες. Ο πάπας Ιούλιος συνεκάλεσε σύνοδο το 341 και αναγνώρισε τον Αθανάσιο, ως τον κανονικό επίσκοπο της Αλεξανδρείας. Τον κήρυξε αθώο από όλες τις κατηγορίες. Ο εξόριστος Πατριάρχης έφερε στη Ρώμη τις ιδέες του μοναχισμού και ιδρύθηκαν τότε τα πρώτα μοναστήρια κατά το ανατολικό πρότυπο.

Επιστροφή στην Αλεξάνδρεια

Το 343 ο Κωνστάντιος πιεζόμενος από τον αδελφό του Κώνστα, συνεκάλεσε σύνοδο στη Σαρδική της Υλλυρίας, (την σημερινή Σόφια). Στη σύνοδο αυτή νίκησε ο Αθανάσιος. Τον κήρυξε αθώο και κανονικό επίσκοπο της Αλεξάνδρειας. Το 346 γυρίζει στην Αλεξάνδρεια. Η υποδοχή που του γίνεται είναι μεγαλειώδης, θριαμβευτική. Τον δέχεται ο λαός του. Ένα πλήθος έξαλλο έκλαιγε και πανηγύριζε. Η Αλεξάνδρεια ξαναβρήκε τον πνευματικό της πατέρα. Όμως και πάλι για λίγο καιρό κράτησε η γαλήνη. 

Νέες καταδίκες

Ο Κωνστάντιος, το 350, όταν έγινε μονοκράτορας και αφού πείστηκε από νέες κατηγορίες από φίλους του Αρείου κατά του Πατριάρχη, καταδικάζει τον πρόμαχο της Ορθοδοξίας. Και με δύο συνόδους στην Αρελάτη, το 353 και στα Μεδιόλανα το 355, καταδικάζουν τον Αθανάσιο. Και το βράδυ της 9ης Φεβρουαρίου, ενώ τελείωνε αγρυπνία με πλήθος πιστών, ο στρατηλάρχης Συριανός με 5000 στρατιώτες, τους επετέθηκε. Τον παρακαλούσαν να φύγει, μα εκείνος έμεινε μαζί τους. Και μάλιστα στο σπίτι της Αγίας Συγκλητικής. Τον οδήγησαν ύστερα στην έρημο, στα ασκητήρια των μοναχών. Εκεί όταν έφτασε του έκαναν μεγάλη υποδοχή. Μα και οι ασκητές διαπίστωσαν ότι ο άγιος τους ξεπερνούσε στην αρετή και ωφελήθηκαν.

Ο ασεβής Κωνστάντιος τιμωρείται και πεθαίνει το Νοέμβριο του 361 πολεμώντας τον Ιουλιανό τον Παραβάτη. Ο Ιουλιανός κατ’ αρχήν για να φανεί αρεστός στους Χριστιανούς και να στερεώσει το θρόνο του ελευθερώνει όλους τους εξόριστους. Ελευθερώνεται και ο Άγιος. Γυρίζει ξανά στο μαρτυρικό του ποίμνιο. Μα ο Ιουλιανός σαν θέλησε να επιβάλει ξανά την ειδωλολατρία, κηρύσσει διωγμό κατά των Χριστιανών.

 Πρώτος παίρνει διάταγμα εξορίας ο άγιος Αθανάσιος. Η διαταγή στην πραγματικότητα έλεγε για τον θάνατο του Ιεράρχου. Τον έβαλαν σε ένα πλοιάριο και τον πήραν για να τον εκτελέσουν. Βέβαια, δεν είπαν την αλήθεια στον Πατριάρχη, μα και πάλι επεμβαίνει ο Θεός. Κατ’ οικονομία Θεού, γλίτωσε ο Άγιος και οι μετ’ αυτού. Στο τέλος ήρθαν στην Θηβαΐδα, στους μοναχούς. Και αντί να τον παρηγορήσουν οι μοναχοί, τους παρηγόρησε όλους ο Πατριάρχης. Τους έλεγε: «Μη στενοχωρήσθε, νεφύδριον εστί και θάττον παρελεύσεται». (Συννεφάκι είναι και γρήγορα θα προσπεράσει). Και πέρασε. 

Στις 26 Ιουνίου 363 Ιουλιανός σκοτώθηκε και μάλιστα λένε ότι, την ώρα πού ξεψυχούσε φώναξε: «Νενικήκας με Γαλιλαίε». Τον Ιουλιανό διαδέχεται ο Ιωβιανός. Ο στρατός τον διάλεξε για αυτοκράτορα. Και ο Αθανάσιος ξαναγυρίζει στην Αλεξάνδρεια. Δεν παρουσιάστηκε όμως. Και δεν έζησε και πολύ ο Ιωβιανός. Πέθανε ξαφνικά στην Γαλατία. Τον διαδέχθηκε ο Ουαλεντιανός. Αυτός κυβέρνησε την Δύση και ο αδελφός του Ουάλης την Ανατολή. Και τούτος τάραξε την εκκλησία. Υποστήριζε τους αιρετικούς. Βγάζει διαταγή και εξορίζονται όλοι οι κληρικοί που εξόρισε ο Κωνστάντιος. 

Το 365 ο έπαρχος με στρατιώτες έρχονται να συλλάβουν τον Πατριάρχη. Οι ορθόδοξοι φυλάνε τον πνευματικό τους σαν πατέρα τους. Και τον φυγαδεύουν κρυφά. Κλείνεται τώρα και μένει για ένα χρονικό διάστημα στο νεκροταφείο, μέσα στον τάφο του πατέρα του. Ο λαός στασιάζει και τον αναζητά. Και ο Ουάλης φοβάται και τους ελευθερώνει.

 Το τέλος του Μ. Αθανασίου

Και ο Πατριάρχης και πάλι ανάμεσα στο ποίμνιο του, την 1η Φεβρουαρίου 366. Τώρα εργάζεται ειρηνικά μέχρι τον θάνατό του στις 21 Μαΐου 373.

Ιερά Λείψανα:

Μέρος της παλάμης του Αγίου Αθανασίου βρίσκεται στο Προσκύνημα Αγ. Νεκταρίου Καμαρίζης Λαυρίου.
Μερικά τμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Αθανασίου βρίσκονται στις Μονές Ιβήρων, Ζωγράφου και Εσφιγμένου Αγίου Όρους, Μεγ. Σπηλαίου Καλαβρύτων, Προυσού Ευρυτανίας και Αγάθωνος Φθιώτιδος.

ΠΗΓΗ:

ΕΚΔΟΣΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ “Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ”

https://www.impantokratoros.gr/93B58196.el.aspx